Κόιντος

Κόιντος
Κόϊντος , Κόϊντος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Κόιντος — (3oς αι. μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Γεννήθηκε στη Φρυγία, όπου εκπαιδεύτηκε. Μαρτύρησε επί Αυρηλιανού (270 275 μ.Χ.). Η μνήμη του τιμάται στις 2 Μαρτίου …   Dictionary of Greek

  • Κόιντος ο Σμυρναίος — (4ος αι. μ.Χ.). Επικός ποιητής από τη Σμύρνη. Έγραψε ένα ποίημα με τίτλο Τα μεθ’ Όμηρον ή Παραλειπόμενα Ομήρου, το οποίο απαρτιζόταν από 14 βιβλία και περιέγραφε τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην περίοδο μεταξύ του τέλους της Ιλιάδας και της… …   Dictionary of Greek

  • Ασκόνιος, Πεδιανός Κόιντος — (Pedianus Quintus Asconius, 3 – 88 μ.Χ.). Ρωμαίος γραμματικός και ιστορικός που γεννήθηκε στο Πατάβιο (σημ. Πάντοβα) και έζησε στη Ρώμη επί Κλαυδίου και Νέρωνα. Έγραψε Σχόλια στους Λόγους του Κικέρωνα με εισαγωγή και πλήρη ερμηνεία, από τα οποία… …   Dictionary of Greek

  • Ένιος, Κόιντος — (Quintus Ennius, Ρουδία, Λέτσε 239 – Ρώμη 169 π.Χ.). Ρωμαίος ποιητής. Θεωρείται ο πρώτος μεγάλος ποιητής της λατινικής λογοτεχνίας και ο πατέρας του ρωμαϊκού έπους σε εξάμετρο. Ο Έ. εγκατέλειψε την πατρίδα του και πολέμησε στη Σαρδηνία. Εκεί… …   Dictionary of Greek

  • Παλαίμων Κόιντος Ρέμμιος — Περίφημος γραμματικός και δάσκαλος, που έζησε στη Ρώμη την εποχή της αυτοκρατορίας του Τιβέριου και του Καλιγούλα. Αναφέρεται από τον Ιουβενάλιο. Ο Πέρσιος υπήρξε μαθητής του, και ο Κουιντιλιανός λέγεται ότι τον είχε επίσης δάσκαλο. Ο Σουιτόνιος …   Dictionary of Greek

  • Πεδίος, Κόιντος — (Pedius Contius). Ρωμαίος ζωγράφος, εγγονός του Κόιντου Πέδιου, μικρανιψιού του Ιούλιου Καίσαρα από την αδελφή του Ιουλία. Επειδή γεννήθηκε κωφάλαλος, ο ρήτορας Μεσσάλας πρότεινε να του διδάξουν τη ζωγραφική τέχνη. Η οικογένεια του επιδοκίμασε… …   Dictionary of Greek

  • Πίκτωρ, Φάβιος Κόιντος — (Pictor Fabius Cointus). Ένας από τους αρχαιότερους Ρωμαίους ιστορικούς, γεννημένος το 254 π.Χ. Το έργο του, γραμμένο στα ελληνικά και μεταφρασμένο αργότερα στα λατινικά, αναφέρεται στην περίοδο ανάμεσα στην ίδρυση της Ρώμης, την οποία τοποθετεί… …   Dictionary of Greek

  • Σερτώριος Κόιντος — (Quintus Sertorius). Ρωμαίος στρατηγός (123 72 π.Χ.). Πολέμησε για πρώτη φορά εναντίον των Κίμβρων και των Τευτόνων στο Οράνζ, κάτω από τις διαταγές του Σερβίλιου Καιπίωνα και το 102 π.Χ. κατόρθωσε να μπει ως κατάσκοπος στο στρατόπεδο των… …   Dictionary of Greek

  • Σκαιβόλας Κόιντος Μούκιος — Ρωμαίος νομικός, γιος του Πόπλιου Μούκιου Σκανόλα. Έζησε το 2o αι. π.Χ. Διατέλεσε στρατηγός της επαρχίας Ασίας, την οποία μάλιστα διοίκησε με τόση σύνεση και εντιμότητα, ώστε θεσπίστηκε προς τιμή του και ιδιαίτερη γιορτή, η λεγόμενη Μουκία. Ο Σ.… …   Dictionary of Greek

  • Σύμμαχος, Κόιντος Αυρήλιος — (Symmachus). Ρωμαίος αριστοκρατικής καταγωγής (345 405 μ.Χ.). Διετέλεσε νομάρχης της Ρώμης το 384. Ήταν ρήτορας, που ο Μικρόβιος μνημονεύει την ευγλωττία του. Ο γιος του συγκέντρωσε τις επιστολές του σε δέκα βιβλία. Τα πρώτα εννιά αποτελούνται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”